Μια απόφαση είναι...

Η αδυναμία του πολιτικού μας συστήματος να πραγματοποιήσει το όραμα της “αναστήλωσης” της οικονομίας και οι μακραίωνες παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας (π.χ. πελατειακές σχέσεις) σε συνδυασμό με την απόφαση των σύγχρονων “Μεγάλων Δυνάμεων” να αποτελέσει ο ελλαδικός χώρος το κατάλληλο πεδίο για την έναρξη ενός νέου οικονομικού πολέμου άνευ προηγουμένου, ανάγκασε πολλούς νέους να αναλογιστούν από μία νέα οπτική το θέμα της ποιότητας της ζωής τους.
Τουλάχιστον μέχρι πριν από τρία χρόνια οι Έλληνες ζούσαν σε μια οικονομική ουτοπία. Μολονότι και τότε η ανεργία ανερχόταν σε υψηλά επίπεδα, ωστόσο, η περιρρέουσα ατμόσφαιρα πρόσταζε έναν τρόπο ζωής “πλημμυρισμένο” από την κατανάλωση υλικών αγαθόν και τους πολίτες να ενδιαφέρονται αποκλειστικά για εργασίες σχετικές με την προσφορά κάθε είδους υπηρεσιών παρά με τις “κοπιαστικές” χειρωνακτικές. Έτσι ολόκληρες γενιές νεότερων Ελλήνων ανατράφηκαν με σκοπό να γίνουν γιατροί, δικηγόροι, πολιτικοί μηχανικοί κ.α. στη χώρα τους ή και στο εξωτερικό ακόμη. Και ξαφνικά μια μέρα του 2009 όλοι προς έκπληξή μας μάθαμε πως ό,τι γνωρίζαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή πρέπει να τα ξεχάσουμε. Και αφού διανύσαμε (και δυστυχώς ακόμη διανύουμε) μια περίοδο κατά την οποία η μία κοινωνική ομάδα εξαπέλυε βέλη σε μια άλλη κ.ο.κ. αντιληφθήκαμε πως για τους απόφοιτους πανεπιστημίων και άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας όχι μόνο στο αντικείμενό τους αλλά και σε αυτές όπως οικοδομικές, αγροτικές κ.α που πριν από λίγα χρόνια οι γονείς τους άνετα θα προσέφεραν σε “μη σπουδαγμένους” ή σε αλλοδαπούς κ.α.
Και τώρα τι; Μπορώ πιο εύκολα να απαντήσω για τους νέους που έχουν έρθει στην Αθήνα για σπουδές ή για δουλειά. Η φτώχεια, η εξαθλίωση και η δικαιολογημένη μίζερη όψη των πολιτών της σε συνάρτηση με τη μεγάλη ανεργία, τις συνεχείς απεργιακές κινητοποιήσεις όλων των κλάδων και τις τεράστιες αποστάσεις την καθιστούν ανυπόφορη. Δεν ευαγγελίζομαι πως μια επαρχιακή πόλη στις μέρες μας βιώνει κάτι τελείως διαφορετικό, αλλά ίσως αυτό το “τελείως” είναι που εν τέλει κάνει την διαφορά
Σε μια επαρχιακή πόλη ένας μικρός μισθός θεωρείται πλέον ικανοποιητικός, για να καλύψει τις δικαιολογημένες και μη άσκοπες δαπάνες. Επίσης εξαλείφεται οριστικά το άγχος για τις απεργίες των μέσων μαζικής μεταφοράς, η πολύωρη αναμονή στις στάσεις, το στρίμωγμα και όλα τα παραλειπόμενα μέσα στα λεωφορεία. Οι διαδρομές γίνονται με τα πόδια, επομένως βελτιώνεται και η φυσική κατάσταση καθώς επίσης δίνεται η δυνατότητα της επικοινωνίας με τους συνανθρώπους μας.
Ένας καφές ή μία νυχτερινή έξοδος δεν κανονίζεται βδομάδες πριν αλλά σε ελάχιστα λεπτά της ώρας, κι αν ακόμη δεν έρθει η παρέα πολύ απλά κάποιος άλλος γνωστός θα βρεθεί εκείνη τη στιγμή. Η διασκέδαση είναι παρόμοια με αυτή της Αθήνας, μόνο που απουσιάζουν τα μεγάλα ηχηρά ονόματα. Από την άλλη αν κάποιος τα “δει” το καλοκαίρι σε διάφορα φεστιβάλ τι πειράζει; Ούτως ή άλλως η διαμονή σε μια επαρχιακή πόλη δεν σημαίνει φυλακή αν κανείς σκεφτεί ότι η πρωτεύουσα είναι πιο φιλόξενη όταν κάποιος την επισκέπτεται για λίγες μέρες μόνο. Επιπλέον ο κάτοικος μια πόλης ή ενός χωριού έρχεται πιο κοντά στην φύση. Όλες οι αισθήσεις του αναγεννιούνται και το μυαλό του πλέον “καθαρό” μπορεί να αντεπεξέλθει σε όποια δυσκολία εμφανιστεί. Το χωριό και κατ΄ επέκτασιν η ενασχόληση με το πρωτογενή τομέα της παραγωγής (γεωργία, κτηνοτροφία) αποτελούν έναν από τους λιγοστούς τρόπους αντιμετώπισης και εξόδου από την οικονομική κρίση. Χρήσιμοι είναι οι πολλοί τίτλοι σπουδών αλλά μπροστά στην επιβίωση και την ήρεμη ψυχική υγεία ο καθένας παίρνει τη δική του απόφαση.
Η πλασματική οικονομική ευδαιμονία δημιούργησε μεσήλικες που αναπολούν τις καλές ημέρες αλλά πολύ περισσότερο ανέδειξε νέους ανθρώπους που οραματίζονται να ζήσουν με τα βασικά υλικά αγαθά, πιο κοντά στη φύση και στους αγαπημένους ανθρώπους τους και το σπουδαιότερο απαλλαγμένοι από το περιττό άγχος. Μία από αυτούς είμαι και εγώ...

Κωνσταντίνα Ορφανίδη
Φιλόλογος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου